- μποστάνι
- το баштан, бахча
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μποστάνι — το (Μ μποστάνι) λαχανόκηπος, έκταση με κηπευτικά νεοελλ. έκταση στην οποία καλλιεργούνται πεπόνια και καρπούζια. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. bostan] … Dictionary of Greek
μποστάνι — το (λ. τουρκ.), περιβόλι, χωράφι όπου καλλιεργούνται κυρίως καρπούζια ή πεπόνια … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Αργολίδα — Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Πελοποννήσου. Στην αρχαιότητα το όνομα αυτό είχε η περιοχή που εκτεινόταν από τον Ισθμό της Κορίνθου έως τη βορειοανατολική Πελοπόννησο, από τον Σαρωνικό και Κορινθιακό έως τον Αργολικό κόλπο στα Ν, την Αρκαδία … Dictionary of Greek
bostan — BOSTÁN, bostani, s.m. (reg.) 1. Dovleac. ♦ fig. (ir.) Cap (al omului). 2. Pepene verde. – Din tc., scr. bostan. Trimis de valeriu, 13.09.2007. Sursa: DEX 98 BOSTÁN s. v. cap, dovleac, pepene … Dicționar Român